Γιώτα Βασιλείου: Το μυστήριο του «Ο Θεριστής τη Νύχτα» και η σκηνή που γράφτηκε με αίμα και κάρβουνο

Γιώτα Βασιλείου: Το μυστήριο του «Ο Θεριστής τη Νύχτα» και η σκηνή που γράφτηκε με αίμα και κάρβουνο

Η Γιώτα Βασιλείου μεγάλωσε διαβάζοντας βιβλία και φτιάχνοντας ιστορίες με φανταστικούς φίλους. Σήμερα ζει στον Πειραιά με τον σύζυγό της και μια μικρή… ζωοφιλική κοινότητα από σκύλους και γάτες, που τη συνοδεύει πιστά σε κάθε συγγραφική της εξόρμηση. 

Σπούδασε, δούλεψε σε εφημερίδες και περιοδικά, και από το 2010 εργάζεται στην οικογενειακή επιχείρηση. Παράλληλα αρθρογραφεί σε βιβλιοφιλικά sites και διατηρεί δύο blogs – το yiotavasileiou.gr για τα κείμενά της και το vivliografika.blogspot.com για τις αναγνωστικές της περιπέτειες. 

Όταν δεν γράφει, ζωγραφίζει ή πειραματίζεται με τη γραφιστική, αποδεικνύοντας ότι η καλλιτεχνική φλέβα δεν κάθεται ποτέ ήσυχα. 

Από τον Ιανουάριο του 2023 παρακολουθεί μαθήματα δημιουργικής γραφής και άλλες δράσεις που τη βοηθούν να εξελίσσει την αγάπη της για τις λέξεις. Κείμενά της έχουν διακριθεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς και έχουν συμπεριληφθεί σε συλλογικούς τόμους. Τον Μάιο του 2025 κυκλοφόρησε η πρώτη της προσωπική νουβέλα, από τις Εκδόσεις Κύφαντα με τίτλοΟ Θεριστής τη Νύχτα”.

Πώς γεννιέται συνήθως μια ιστορία μέσα σου — από μια εικόνα, μια φράση, έναν ήχο ή από ένα συναίσθημα; 

Λίγο απ’ όλα θα έλεγα αλλά κυρίως οι εικόνες είναι αυτές που με ιντριγκάρουν. Κάτι πολύ μικρό – μια σκιά σε παράθυρο, ένα σπασμένο ρολόι, ένα ζευγάρι που συζητά ή τσακώνεται... οτιδήποτε μπορεί να είναι ο καταλύτης. Και μετά… γίνεται χιονοστιβάδα. Το συναίσθημα έπεται, αλλά τελικά είναι αυτό που δίνει ζωή στην ιστορία μου.

Ο ρυθμός της γραφής σου είναι αργός και στοχαστικός ή λειτουργείς περισσότερο με εκρήξεις έμπνευσης; 

Αν σου πω ότι δεν έχω παρατηρήσει; Όταν είναι να γράψω, γράφω. Βέβαια υπάρχουν και οι στιγμές των εκρήξεων. Από εκείνες τις απρόοπτες που σε βρίσκουν στις πιο ακατάλληλες στιγμές – στο ντους, στο λεωφορείο, την ώρα που έχεις βγάλει τα σκυλάκια βόλτα, την ώρα που κοιμάσαι. Αυτό το τελευταίο ιδιαιτέρως είναι το χειρότερο να ξέρεις, μεγάλο βάσανο… 

Πάντως όπως και να έχει, η ουσιαστική δουλειά γίνεται μετά, πιο αργά, μεθοδικά και με πολύ κόψε-ράψε.

Τι ρόλο παίζει η ιστορική έρευνα στη συγγραφή σου – είναι αφετηρία ή αποτέλεσμα της δημιουργίας; 

Τεράστιο ρόλο. Και στη νουβέλα μου, τον Θεριστή, αλλά και στο καινούργιο που γράφω, η έρευνα είναι η ραχοκοκκαλιά του έργου. Αναφέρονται και τα δυο σε τόπους και χρόνους άγνωστους σε εμένα, οπότε καταλαβαίνεις πως η ενδελεχής έρευνα είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητη.

Στα μικρά διηγήματα, αντίθετα, αν χρειάζεται έρευνα, είναι πολύ πιο περιορισμένη. Άλλοτε ξεκινάω με αυτήν και χτίζω την ιστορία πάνω της κι άλλοτε η ιστορία προηγείται και η έρευνα έρχεται να τη ντύσει με την αλήθεια των γεγονότων.

Πόσο σε απασχολεί η γλώσσα; Αναζητάς τη μουσικότητα ή προτιμάς τη σαφήνεια και την ακρίβεια;

Με απασχολεί πάρα πολύ· νομίζω κάθε συγγραφέα πρέπει να τον απασχολεί. Θέλω κάθε φράση να έχει ρυθμό, να χορεύει λίγο μέσα στο μυαλό του αναγνώστη μου. Η σαφήνεια είναι βασική∙ αλλιώς θα χαθούμε στη… μετάφραση. 

Ο λυρισμός, όμως, είναι κι αυτός με τη σειρά του δυνατό εργαλείο. Και όταν λέω λυρισμός δεν εννοώ να φορτώνουμε το κείμενο με καλολογικά στοιχεία∙ εννοώ να είναι καλογραμμένο, με σωστή γλώσσα και ροή, ώστε να σε παίρνει από το χέρι και να σε πηγαίνει μόνο του.

Υπάρχει κάποια λογοτεχνική φωνή ή παράδοση που νιώθεις πως σε συνοδεύει, ακόμη κι όταν γράφεις κάτι εντελώς δικό σου;

Ναι, πάντα υπάρχει μια… σκιά πίσω από την πλάτη μου. Κυρίως συγγραφείς που αγαπώ βαθιά και μια λογοτεχνική παράδοση που τιμά το σκοτάδι και το φως ταυτόχρονα. Ανάμεσά τους ο Carlos Ruiz Zafón, ο Gabriel García Márquez, η Isabel Allende, η Margaret Atwood, ο Hervé Le Corre και άλλοι. Κουβαλώ στοιχεία τους χωρίς να τους μιμούμαι. Άλλωστε πως θα μπορούσα;

 “Ο Θεριστής τη Νύχτα” είναι ένα έργο που συνδυάζει το ιστορικό με το ψυχολογικό στοιχείο. Πώς ισορρόπησες  ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη μυθοπλασία; 

Με πολλή προσοχή και λίγη… ακροβασία. Η ιστορική βάση ήταν για μένα ιερή. Δεν ήθελα να παραχαράξω τα γεγονότα –αν και τελικά χρειάστηκε να επέμβω ελαφρώς σε κάποια σημεία χάριν της αφήγησης– μόνο να τα φωτίσω από άλλη γωνία. 
Η μυθοπλασία ήρθε να γεμίσει τα κενά, να βάλει φωνές και συναισθήματα εκεί όπου η Ιστορία συνήθως σωπαίνει.

Η ηρωίδα σου ζει σε μια εποχή όπου το γυναικείο βλέμμα ήταν σχεδόν αόρατο. Τι σε ώθησε να της δώσεις φωνή; 

Ακριβώς αυτό που είπες· η γυναικεία αορατότητα εκείνη την εποχή. Ήθελα να φανταστώ τι θα έλεγε μια γυναίκα αν μπορούσε να μιλήσει ελεύθερα τότε. Δεν με ενδιέφερε να γράψω για τον Δολοφόνο Τζακ Αντεροβγάλτη, αλλά για εκείνες που ζούσαν στη σκιά του. Για τις γυναίκες που κανείς δεν άκουγε.

Υπάρχει κάποιο προσωπικό βίωμα ή εμπειρία που «γλίστρησε» αθέατα στις σελίδες του βιβλίου; 

Αν εννοείς αν έχω χάσει δικό μου άνθρωπο από serial killer… ευτυχώς όχι! (χαχα!) 
Κοίτα, όπως κάθε συγγραφέας, έτσι κι εγώ μεταφέρω τις εμπειρίες, τις φοβίες και τις εμμονές μου μέσα στα κείμενά μου. Δεν υπάρχει καμία σκηνή αυτοβιογραφική, αλλά υπάρχουν συναισθήματα που αναγνωρίζω πολύ καλά.

Ποιο ήταν το πιο δύσκολο σημείο στη συγγραφή – η ιστορική ακρίβεια, η ψυχολογική αλήθεια ή η αφηγηματική συνοχή;

Ξεκάθαρα η ψυχολογική αλήθεια. Η ιστορική ακρίβεια, όσο απαιτητική κι αν είναι, έχει πηγές και δεδομένα. Ένα κι ένα κάνουν δύο. Η ψυχολογία όμως θέλει βουτιά και τα νερά που βουτάς δεν είναι πάντα κρυστάλλινα και καθαρά. 
Ήθελα να παραμείνω ειλικρινής απέναντι στις ηρωίδες μου και στις σιωπές τους αλλά και απέναντι στους ανθρώπους που θα διάβαζαν το βιβλίο. Αυτό ξέρεις, καμιά φορά πονάει περισσότερο απ’ την έρευνα.

Αν μπορούσες να συνομιλήσεις με την ηρωίδα σου, τι θα τη ρωτούσες; 

Δε διευκρινίζεις σε ποια από τις δυο ηρωίδες μου αναφέρεσαι, οπότε θα προσπαθήσω η απάντησή μου να καλύπτει και τις δύο. Θα τη ρωτούσα λοιπόν αν άξιζε. Αν, παρά τον φόβο, παρά το σκοτάδι, νιώθει ότι βρήκε τη φωνή της. Αν και ειλικρινά, δεν είμαι σίγουρη ποια απάντηση θα με τρόμαζε περισσότερο, το Ναι ή το Όχι;

Το Λονδίνο του 1888 μοιάζει σχεδόν σαν ένας ακόμη χαρακτήρας. Πώς το «έχτισες» αφηγηματικά; 

Με άπειρη έρευνα, πολλές ταινίες και σειρές εποχής και ακόμη περισσότερη φαντασία. Ήθελα το Λονδίνο να μη λειτουργήσει απλώς ως σκηνικό, αλλά να αναπνέει μαζί με την ιστορία. Τα στενά του Whitechapel, η ομίχλη, τα πλακόστρωτα, όλα έπρεπε να κουβαλούν την εποχή και τα μυστικά της.

Στον πυρήνα του έργου κυριαρχεί η μητρική σχέση. Πώς αντιλαμβάνεσαι τη μητρότητα ως λογοτεχνικό μοτίβο; 

Ωραία ερώτηση. Η μητρότητα λοιπόν για μένα είναι η πιο τρομακτική και τρυφερή δύναμη ταυτόχρονα. Και στη λογοτεχνία, όπως και στην ζωή άλλωστε, η μητρότητα δεν είναι ποτέ μονοδιάστατη. Κουβαλά ενοχές, απώλειες, φόβους αλλά και απίστευτη αντοχή. Είναι ένα μοτίβο που ανοίγει ρωγμές στις ηρωίδες μου και εκεί μέσα ξεχύνεται όλη η ιστορία.

Ο τίτλος ο “Θεριστής τη νύχτα”. είναι συμβολικός και σκοτεινός. Πώς γεννήθηκε; 

Ο Θεριστής είναι πολλά πράγματα. Κάποιος θα έλεγε ότι είναι ο Τζακ. Μπορεί να είναι, ναι – όχι όμως μόνο αυτός. Θεριστής είναι και ο πυρετός που καίει τη μία από τις ηρωίδες μου κάθε βράδυ, θεριστής είναι και ο απύθμενος πόθος της για την ιατρική. Η ανάγκη της να γίνει χρήσιμη και να προσφέρει όλα αυτά που της στέρησε η οικογένειά της. Αγάπη, στοργή, φροντίδα στον συνάνθρωπο. Θεριστής είναι κι ο Χρόνος. Που θερίζει μέρες, νύχτες, ζωές. 
Ήθελα ο τίτλος να κουβαλά τον φόβο αλλά και τη μεταφορά. Να υποδηλώνει πως πίσω από το όνομα «θεριστής» κρύβεται κάτι μεγαλύτερο από έναν άνθρωπο μόνο. Κρύβεται μια ολόκληρη εποχή.

Αν ο Θεριστής τη νύχτα είχε άρωμα, ποιο θα ήταν; 

Δεν ξέρω αν μπορείς να το πεις άρωμα. Πάντως σίγουρα θα ήταν κάτι βαρύ και σκοτεινό. Ίσως οσμή υγρής πέτρας, καπνού και κεριού. Εκείνης της μυρωδιάς που μένει στον αέρα μετά τη βροχή. Λίγο μελαγχολική, λίγο ανατριχιαστική. Το άρωμα της νύχτας.

Ποιο τραγούδι θα έβαζες να παίζει στο φινάλε της ιστορίας; 

Αχά! Υπάρχουν πολλά υποψήφια για τη θέση αυτή αλλά νομίζω θα διάλεγα το My Body is a Cage των Arcade Fire. Έχει αυτή την αργή, σχεδόν τελετουργική ένταση που ανεβαίνει σαν κύμα. Δεν είναι απλώς τραγούδι, είναι ανάσα πριν από την έκρηξη.

Αν μπορούσες να μπεις για μία μέρα μέσα στο βιβλίο σου, ποιον χαρακτήρα θα ήθελες να συναντήσεις και τι θα του έλεγες; 

Ξέρω ότι θα περίμενες να σου πω κάποιο από τα δύο κορίτσια… αλλά η αλήθεια είναι πως θα ήθελα να συναντήσω τον Γουίτακερ. Να του σφίξω το χέρι. Αυτό μόνο. Χωρίς λόγια. Αυτός θα καταλάβαινε.

Αν το μυθιστόρημα γινόταν ταινία, ποια σκηνή θα ήθελες οπωσδήποτε να μείνει αναλλοίωτη;

Αχ, έχω δύο πολύ αγαπημένες σκηνές. Η μία είναι εκείνη που στάζει η σταγόνα αίμα από το δάχτυλό της πάνω στο σκίτσο της κι εκείνη αρχίζει να σχεδιάζει με αίμα και κάρβουνο. Αυτή τη σκηνή θα ήθελα πάρα πολύ να τη δω δραματοποιημένη. Νομίζω πως μέσα σ’ αυτήν κρύβεται όλη η ένταση, το πάθος και η τρέλα της ηρωίδας για την επιστήμη της.

Το βιβλίο  (παρουσίαση)

Ο φόβος και η γνώση συναντιούνται εκεί όπου το θάρρος ξεπερνά τα όρια. 

Στο Λονδίνο του 1888, ένας μυστηριώδης δολοφόνος, ο γνωστός σε όλους Τζακ ο Αντεροβγάλτης, τρομοκρατεί τις φτωχές γειτονιές, στοχεύοντας ιερόδουλες και αφήνοντας πίσω του φρικιαστικές εικόνες. Τα εγκλήματά του και οι επιστολές προς την αστυνομία στοιχειώνουν την πόλη, ενώ παράλληλα ένα νέο κορίτσι παλεύει να βρει τη θέση της σε έναν κόσμο που αρνείται να της κάνει λίγο χώρο. Η μοναδική στήριξή της είναι η Μάριον, η γκουβερνάντα που τη μεγάλωσε και τη φροντίζει. Μέσα σε ένα περιβάλλον που συνδέει μύθο και ιστορικό γεγονός, η ηρωίδα αντιμετωπίζει τα όρια της εποχής, τις προσωπικές της αδυναμίες και τον τρόμο του Αντεροβγάλτη, σε έναν αγώνα ταυτόχρονα ψυχολογικό, ηθικό και επιστημονικό.

Η δική μας ματιά

Το μυθιστόρημα εξετάζει την εμπειρία της γυναίκας στο Λονδίνο του τέλους του 19ου αιώνα μέσα από την ιστορία μιας νεαρής γυναίκας που προσπαθεί να υπερβεί τους περιορισμούς της εποχής και να διεισδύσει στον κόσμο της ιατρικής επιστήμης. Η αφήγηση παρουσιάζει μια σαφή και αρμονική ροή, με προσεκτική διαχείριση της εξέλιξης των χαρακτήρων, επιτρέποντας στον αναγνώστη να παρακολουθεί την ανάπτυξη και την ψυχολογική ωρίμανση της ηρωίδας καθώς αντιμετωπίζει κοινωνικές, οικογενειακές και προσωπικές προκλήσεις. Μέσα από τις σχέσεις της με τα υπόλοιπα πρόσωπα, αναδεικνύονται δυναμικές εξουσίας, αλληλεπιδράσεις προστασίας και περιορισμού, αλλά και η επιμονή για προσωπική αυτονομία. 

Παράλληλα, η αφήγηση δημιουργεί μια δεύτερη ιστορία, αυτήν του μυστηριώδους εγκληματία, που παρακολουθούμε έμμεσα μέσω δημοσιευμάτων, επιστολών, φημών και εγκλημάτων. Ο συνδυασμός αυτής της σκοτεινής αφήγησης με την άμεση εμπειρία της νεαρής γυναίκας δημιουργεί μια αντίθεση φωτός και σκοταδιού, ενισχύοντας την αίσθηση του κινδύνου και της ψυχολογικής έντασης. Οι δύο ιστορίες αναπτύσσονται ταυτόχρονα, ενώ η σύνδεσή τους παραμένει διακριτική αλλά ουσιώδης, αφήνοντας τον αναγνώστη να διερευνήσει πώς η κοινωνική βία, η απειλή και η προσωπική φιλοδοξία αλληλεπιδρούν και συγκλίνουν. Το αποτέλεσμα είναι ένα μυθιστόρημα με έξυπνη σύλληψη, ακριβή ατμόσφαιρα και προσεκτικά δομημένη εξέλιξη χαρακτήρων, που συνδυάζει ιστορική, κοινωνική και ψυχολογική διάσταση. Η αλληλουχία των δύο ιστοριών δημιουργεί μια πολυεπίπεδη εμπειρία ανάγνωσης, όπου το φως της γνώσης και της αυτοπραγμάτωσης συγκρούεται με το σκοτάδι της βίας και του μυστηρίου, προσφέροντας στον αναγνώστη ένα έργο καθηλωτικό, σκεπτικό και πολυσύνθετο.

Διαβάστε επίσης:

Μαρία Καλαμίδα: Από τα σωφρονιστικά καταστήματα στη Ζαγορά, ψάχνοντας τη λύτρωση «Πέτρα και Φωτιά»   
https://www.citystatus.gr/selides/maria-kalamida-apo-ta-sophronistika-katastimata-sti-zagora-psaxnontas-ti-lytrosi-petra-kai-photia