Η επικοινωνία σήμερα: αμφίδρομη σχέση ή επιβολή;

Η επικοινωνία σήμερα: αμφίδρομη σχέση ή επιβολή;

          Φταίει μάλλον αυτή η εποχή του άκρατου ευδαιμονισμού, της φιληδονίας, του ακατάσχετου άγχους και της ασφυκτικής πίεσης. Δεν εξηγείται αλλιώς. Δεν εξηγείται αυτή η τάση που παρατηρώ καθημερινά όλο και πιο έντονη, της αποδόμησης μιας έννοιας που σηματοδοτεί την πεμπτουσία της ανθρώπινης επαφής: αυτή της επικοινωνίας. Και πώς αποδομείται αυτή; Μα πρωτίστως γλωσσικά φυσικά και κατ΄ επέκταση εννοιολογικά, σημασιολογικά. 

         Την περίοδο που υπάρχει μια καθ’ όλα γοητευτική ροπή προς αναζήτηση της ορθής γραφής των λέξεων και οι γνωστοί θιασώτες της γλωσσικής ακεραιότητας παίζουν την διελκυστίνδα υπέρ του αυγού ή του αβγού, του τραίνου ή του τρένου, του καθικιού ή του καθοικιού,  αναρωτιέμαι πόση σημασία αποδίδουμε στην ορθογραφία την ίδια στιγμή που είναι γνωστό ότι συνιστά μια διαδικασία ιστορική η οποία διαμορφώνει τις λέξεις στο διάβα των ετών και συχνά διατηρεί σφάλματα που μας κάνουν να ξεχνάμε την ρίζα τους. Σωστό ή λάθος αυτό είναι κάτι που συνέβαινε, συμβαίνει και θα συνεχίσει να συμβαίνει.   

         Αυτό που με εντυπωσιάζει όμως σήμερα είναι η διαφοροποίηση που έγκειται στο σημαίνον και το σημαινόμενο, μια διαφοροποίηση που σημειολογικά έχει τεράστια επίπτωση στον πυρήνα της λέξης, που δεν είναι άλλος από την έννοια. Η γλωσσική διάβρωση περί ης ο λόγος, συμβαίνει με τρόπο απλό και συνάμα ύπουλο. Όταν μετατρέπεις ένα αμετάβατο ρήμα σε μεταβατικό επί παραδείγματι. Όταν λες περήφανα σε συναντήσεις, συγκεντρώσεις κι ομιλίες δημόσιες πως υπάρχει κάτι που πρέπει να επικοινωνήσουμε. Να επικοινωνήσουμε λοιπόν αυτό ή εκείνο. Σε ποια γλώσσα αναρωτιέμαι… Γιατί, για να μιλήσουμε για τα του οίκου μας, στην ελληνική ανέκαθεν η επικοινωνία γινόταν με κάποιον ή με κάποιους άλλους. Υποδήλωνε δηλαδή μια αμφιμονοσήμαντη σχέση μεταξύ πομπού και δέκτη, μια σχέση ισοτιμίας. Μέχρι σήμερα, καθώς φαίνεται. Μέχρι σήμερα που οι καιροί επιτάσσουν μια επιθετική στάση απέναντι στο οτιδήποτε: στη διαφήμιση, στις ειδήσεις και στην (σχεδόν πάντα) παραπλανητική μετάδοση μια είδησης, ακόμα-ακόμα στις ανθρώπινες σχέσεις και στην έκφραση μιας κατ’ επίφαση δημοκρατίας που αποζητά επιτακτικά τη συμφωνία ή την άκριτη αποδοχή της κυρίαρχης άποψης. Και φυσικά η επικοινωνία αφορά τη συμμετοχή πάνω σε κάτι, τη σύμπραξη, το διάλογο. Επί παντός επιστητού συνδιαλλαγή λοιπόν. Όταν όμως το «επί-» δένει με την έννοια της μεταβατικότητας, το ρηματικό σύνολο «επικοινωνώ το»  καταδεικνύει  μια απόλυτα επιθετική διάθεση.

Όλοι θέλουν να επι-κοινωνήσουν κάτι. Να επιβάλλουν, εν ολίγοις, να επι-κυριαρχήσουν, να υπερθεματίσουν με κάθε τρόπο  αυτό το τόσο άχαρο «επί-» που έλεγε κι ο καθηγητής λαογραφίας Μιχάλης Μερακλής, όταν μιλούσε για τέλεση χορευτικών δρώμενων κι όχι για επιτέλεση.        

         Σημεία των καιρών θα μου πείτε. Σίγουρα. Άλλωστε δεν ακούμε πρώτη φορά τέτοια λάθη από τη βασική πηγή  μόρφωσης μας κυρίως, την τηλεόραση, που χρόνια τώρα,  εντέχνως κι υποδορίως αποσαθρώνει την ελληνική. Πόσες φορές δεν ακούσαμε πως ο τάδε ή ο δείνα διέρρευσε πληροφορίες, ενώ εκείνος τις διέδωσε κι αυτές διαρρέουν μόνες τους; ΄Η πόσες φορές δεν μας είπαν πως η κατάσταση διαχειρίζεται απ’ τον πρωθυπουργό, την ώρα που γίνεται αντικείμενο διαχείρισης ή που ο πρωθυπουργός τη διαχειρίζεται; Συνεπώς, είμαστε εκπαιδευμένοι στην μπαρούφα.   Είναι τόσο σπουδαίο λοιπόν που θέλουμε μεταβατικό αυτό το «επικοινωνώ το», σήμερα που δε μας στενοχωρούν και πολλά ή που δεν ξέρουμε τελικά γιατί να πρωτοστενοχωρηθούμε και να γκρινιάξουμε; Φυσικά και είναι θα απαντήσω. 

        Γιατί πολύ απλά, η γλώσσα μας και η προάσπιση της ομορφιάς και του εννοιολογικού της πλούτου υπήρξε ανέκαθεν το σπουδαιότερο διακύβευμα όλων. Για μας, τα παιδιά του Βιζυηνού, του Καβάφη, του Παπαδιαμάντη και του Καζαντζάκη, η γλώσσα είναι το σπίτι μας, η ρίζα κι η κληρονομιά μας, μα και το εχέγγυο για ένα μέλλον δημιουργικό κι ευοίωνο. Ένα μέλλον στο οποίο ο άνθρωπος δε θα επικοινωνεί τη γνώμη του παρά θα την κοινοποιεί, θα την γνωστοποιεί, θα την μοιράζεται. Ένα μέλλον στο οποίο ο άνθρωπος θα επικοινωνεί-όπως οφείλει-με τον συνάνθρωπο.