Βιτρίνα

Βιτρίνα

Σήμερα που οι άνθρωποι πιστεύουμε πως απεμπολούμε στεγανά και προκαταλήψεις του παρελθόντος και πως με την πάροδο των αιώνων εξελισσόμαστε, γιατί απλώς ο χρόνος κυλάει - λες και οι αξίες εδράζονται κι ενυπάρχουν σε μια γραμμικής φύσης κλιμάκωση που οδηγεί στην διατήρηση κι ανανέωσή τους-  αναρωτιέμαι, τελικά, πόση πρόοδο έχουμε σημειώσει πραγματικά. Μας ενδιαφέρει το διαφορετικό ως ένα συνεκτικό κι απαραίτητο στοιχείο της ζωής μας που δίνει νόημα στην ποικιλομορφία της και χρώμα όπως κάθετι όμορφο και ξεχωριστό ή τελικά το διαφορετικό μας ενδιαφέρει μόνο και μόνο γιατί ορίζει όποια κανονικότητα επιλέγουμε, επειδή απλώς ταιριάζει στην ιδιοσυγκασία μας; Την εποχή της εικόνας και της εύκολης επικοινωνίας, την αδίστακτη αυτή εποχή του φαίνεσθαι, νομίζω ότι οι περισσότεροι εξ ημών όσο κι αν ευαγγελιζόμαστε έναν υπέροχο κόσμο αγνής κι άδολης συνύπαρξης, τελικά τον υποδαυλίζουμε με τρόπο απόλυτα χυδαίο όταν υποκριτικά κουνάμε το δάχτυλο σε αυτόν που διαφοροποιείται και δεν εντάσσεται σε καμία ομάδα, ξεχωριστός και αυτόνομος όπως οφείλει να είναι ως μονάδα ο άνθρωπος, για να εξελίσσεται εν τέλει ατομικά και κατ’επέκταση ομαδικά. Όταν επικρίνουμε σιωπηρά ή όχι αυτόν που δεν εμμένει στην εικόνα,στη βιτρίνα λοιπόν, στο φθηνό και φθαρτό της επίγειας ζωής αλλά ως νοήμων ύπαρξη δεν ξεχνά να στρέφει τη ματιά στο επέκεινα, να προβληματίζεται, να αμφισβητεί και να αναρωτιέται. Δεν ταϊζει μόνο το κορμί (που οφείλει να φροντίζει και να σέβεται) αλλά και την ψυχή του (που συνιστά το αιώνιο «είναι» μας). Το παρακάτω ποίημα βρίσκεται στη συλλογή μου με τίτλο «Εκρήξεις» που κυκλοφόρησε το 2021 και αφορά ακριβώς όσα προανέφερα. Το παραθέτω με την κρυφή ελπίδα να δώσει τροφή για κάποια σκέψη.

Καταβαράθρωση εντός μου
Κι αναστήλωση εκτός
Τακτοποιώ επιμελώς όσα επιτάσσει ο καιρός
Άρτιο θα περιφέρω το σαρκίο μου
Και στους καθρέφτες θα χαζεύω είδωλο καθηλωτικό σαν περνώ
Τί κι αν δεν ξέρω όμορφα να μιλώ;
Ποιός θα ρωτήσει ο,τιδήποτε έναν επίγειο Θεό; 
Κι όταν δύσκολο θα μου ‘ναι να σκεφτώ-συχνά απαραίτητο, ατυχώς
Υπερσκελίζω το εμπόδιο, χαζά όπως χαμογελώ
Προς τι η εμβάθυνση κι ο κόπος, να αντιληφθώ δεν μπορώ
Ανάπηρη τέχνη η μισή ομορφιά- κι όμως ποιός το βλέπει;
Το κορμί σε μπάζει στα σαλόνια
Το πνεύμα, την ουρά του κυνηγά στα υπόγεια